Τοποθετούσα με προσοχή τα τελευταία πράγματα στην βαλίτσα μου όσο ο Φίλιππος ήταν στο μπάνιο και ξυριζότανε.
Θέλαμε 2 ημέρες για την αλλαγή του χρόνου και θα την περνούσα με την οικογένειά μου στα Γιαννιτσά αφού έμεινα μαζί του για τις ημέρες των Χριστουγέννων. Σε μία περίπου ώρα θα με πήγαινε στο αεροδρόμιο με το αυτοκίνητο και δεν ήμουν καθόλου έτοιμη για αποχωρισμούς. Η ζωή δίπλα του κυλούσε απλά, γρήγορα, όμορφα και δεν ήθελα να τον αφήσω.
Οι φίλοι μου στην Αθήνα είχαν αφήσει ήδη την Πρωτεύουσα και γύρισαν στις πόλεις τους για τις γιορτές. Μιλούσαμε αραιά και που είτε στην ομαδική, είτε με απαντήσεις σε stories του Instagram. Όλοι ήταν καλά και η ζωή τους έβρισκε στα καλύτερά τους, ειδικά την Αθηνά με τον Μιχάλη που ζούσαν ακόμη τον μήνα του μέλιτος.
Ο Στέφανος προσπαθούσε να φέρει πίσω την Αλέξια, αλλά δε νομίζω να τα κατάφερνε έτσι όπως τα είχε μπλέξει όλα. Ήταν ασταθής και ανώριμος, προσπαθούσε όμως να το δουλέψει.
Όσο για την φίλη μας τη Μίνα μιλούσε με τον Δημήτρη, που της την έπεφτε μήνες τώρα, και πιθανόν θα γινότανε κάτι μεταξύ τους αφού όσο περνούσε ο καιρός τόσο μεγαλύτερο ενθουσιασμό αισθανόταν. Της την έπεφτε με ωραίο τρόπο και αυτό έφτανε για να ξεχάσει τον Κώστα, ο οποίος πίσω στα Γιάννενα έκανε ζωή χαρισάμενη.
Για τη Ναταλία και τον αδερφό μου το μόνο που μένει να πω είναι ότι πήγαν μαζί διακοπές στην Βουδαπέστη για τα Χριστούγεννα. Άλλος άνθρωπος είχε γίνει ο Παύλος, το ίδιο και το Ναταλάκι φυσικά. Μέσα στα μέλια και οι δύο.
Με τον Μενέλαο... Καμία απολύτως επαφή.
Είχαμε σταματήσει να μιλάμε και το φταίξιμο ήταν όλο δικό μου. Με το που επέστρεφα Ελλάδα θα του τηλεφωνούσα ώστε να λύσουμε κάποια πράγματα. Μπορεί να μην τα είχαμε, ούτε αυτός πρόλαβε να νιώσει για εμένα πράγματα, αλλά όπως και να έχει δεν ένιωθα ωραία μέσα σε αυτό το μπλέξιμο.
Το κουδούνι της πόρτας χτύπησε αναπάντεχα και σταμάτησα με τα πράγματα.
"Αγάπη, άνοιγε λίγο" ο Φίλιππος αναφώνησε από το μπάνιο. Μα καλά, ακόμη ξυριζόταν;
Άφησα την δουλειά μου στην μέση και προχώρησα να ανοίξω.
Πώς υποτίθεται ότι θα έβγαζα άκρη αν αυτός που χτυπούσε το κουδούνι ήταν Σουηδός;
Κοίταξα από το ματάκι και είδα μία κοπέλα με κόκκινο κραγιόν. Η Ελίνα ήταν αυτή! Άνοιξα την πόρτα και η έκφραση του προσώπου της από χαμογελαστή μετατράπηκε σε απόμακρη και κρύα.
"Γεια".
Έμεινε να με κοιτάζει από πάνω μέχρι κάτω χωρίς να μπορεί να βρει λόγια. Υποθέτω ότι για εκείνη το σοκ της ήταν μεγαλύτερο απ' ό,τι το δικό μου αυτή τη στιγμή. Δεν ξέρω γιατί, αλλά προς το παρόν ένιωθα τρομερή ψυχραιμία.
"Ο Φίλιππος;" ρώτησε κατευθείαν. Έμεινα να την κοιτάζω. "Εσύ πρέπει να είσαι η περιβόητη Άννα, σωστά;"
Κούνησα το κεφάλι μου. "Γνωριζόμαστε;" το έπαιξα ανήξερα.
Εκνευριζόμουν σιγά σιγά. Προσπαθούσα να το κρύψω.
"Εγώ σε ξέρω πάντως. Είναι μέσα ο Φίλιππος;" επέμεινε στην πρώτη της ερώτηση. Σίγουρα τα νεύρα μου δεν ήταν στα καλύτερά τους τώρα.
Άνοιξα τα χείλη μου για να απαντήσω, αλλά ο Φίλιππος άκουσε τις ομιλίες και ήρθε μόνος του στον διάδρομο για να μας βρει να μιλάμε.
Ακούμπησε μαλακά το χέρι του στην πλάτη μου μέχρι που αντίκρισε μπροστά του την Ελίνα και έμεινε να την κοιτά σαν άγαλμα.
"Ελίνα;" ρώτησε έκπληκτος. Λες και μπροστά του έβλεπε φάντασμα. "Τι θες εσύ εδώ;" την ρώτησε.
"Εγώ τι θέλω ή εσύ που έχεις εξαφανιστεί και κάθομαι σαν την ηλίθια και χαλιέμαι για εσένα ενώ είσαι με άλλη;" ρώτησε ειρωνικά. "Αυτό είναι που δεν ήσουν κολλημένος με την πρώην σου ρε;" γέλασε αχνά.
Υπέροχα πραγματάκια.
Περπάτησα προς την κουζίνα αφήνοντάς τους μόνους, αλλά φρόντισα να κρατάω οπτική και ακουστική επαφή με εκείνους.
"Ελίνα, τι σκατά θες γαμώ σπίτι μου έτσι στο άκυρο; Ούτε σχέση είχαμε, ούτε τίποτα" της απάντησε σκληρά.
Προσπάθησα να βρω μία δουλειά να κάνω ώστε να είμαι απασχολημένη οπότε έβγαλα τα πλυμένα ποτήρια από το πλυντήριο πιάτων για να τα τοποθετήσω στο ντουλάπι. Ξεφυσούσα και ξανά από την αρχή όσο έπρεπε να το παίξω άνετη ενώ μία τύπισσα που έκανε κάτι ο άλλος βρισκόταν εδώ και του έκανε ζήλιες για εμένα.
"Άρα ισχύει ότι ήμουν ένα απλό πήδημα για εσένα, ε;" ρώτησε.
"Ναι".
Του πάτησε ένα ωραιότατο χαστούκι και χωρίς άλλα λόγια εξαφανίστηκε. Έμεινα να τον κοιτάω με γουρλωμένα μάτια, τώρα κρατούσε το μάγουλό του κλείνοντας την πόρτα πίσω του. Γύρισε το σώμα του προς εμένα και ήρθε ως την κουζίνα κοιτώντας με σαν πληγωμένο κουτάβι.
"Μη με κοιτάς έτσι γιατί θα την φας και από το άλλο μάγουλο" προειδοποίησα μεταξύ πλάκας και σοβαρού.
Τράβηξε ένα σκαμπό και βολεύτηκε εκεί καθώς έτριβε μαλακά το μάγουλό του ακόμη.
"Τι έκανα ρε Άννα τώρα;" μουρμούρισε με νεύρα.
Ήθελα να σχολιάσω κάτι, αλλά δεν ήξερα τι και αν έπρεπε να αρχίσω. Ζήλειες δεν με έπαιρνε για κανένα λόγο να κάνω από τη στιγμή που ό,τι έκανε μαζί της το έκανε ενώ ήμασταν χωρισμένοι.
Έκλεισα το ντουλάπι και τον κοίταξα λέγοντάς του μόνο να ντυθεί για να φύγουμε.
Η διαδρομή στο αυτοκίνητο ήταν ήρεμη και δεν μπορώ να πω ότι ανταλλάξαμε πολλά μέχρι να φτάσουμε στο αεροδρόμιο.
Πέρασα τις αποσκευές μου στον έλεγχο και γύρισα να κοιτάξω τον Φίλιππο, ο οποίος είχε κατεβασμένα μούτρα με όλα αυτά που έγιναν πριν λίγο με την Ελίνα. Τον πλησίασα και με στοργή έπιασα τα μάγουλά του και αφού σηκώθηκα στις μύτες των ποδιών μου, τον φίλησα απαλά. Ακούμπησε το χέρι του στην μέση μου και με κράτησε κοντά του.
"Μαλακισμένο" τον χτύπησα μαλακά στο στέρνο και γέλασε αχνά. "Πώς θα σε αφήσω τώρα που σε συνήθισα ξανά;" παραπονέθηκα.
Τσίμπησε το μάγουλό μου παρατεταμένα και τον έσπρωξα λίγο γελώντας. Τα κλάματα μου ερχόταν να βάλω.
Ξεκινήσαμε να προχωράμε από το σημείο όπου στεκόμασταν τόσοι ώρα ο ένας κοντά στον άλλο. Κοιτώντας το ρολόι μου είδα πως είχαμε χρόνο για έναν καφέ οπότε καθίσαμε σε μία καφετέρια μέσα στο αεροδρόμιο. Πήρα ζεστή σοκολάτα και ο Φίλιππος καφέ ενώ έφερε και από κάτι να φάμε.
"Που θα με αφήσεις εδώ με όλες τις τρελές;" ρώτησε περιπαιχτικά.
Τον κοίταξα με δολοφονικό ύφος.
"Δεν θέλεις να χάσω την ψυχραιμία μου" χαμογέλασα. Δεν απάντησε τίποτα. "Και τώρα τι με την Ελίνα δηλαδή;" δεν κρατήθηκα άλλο.
"Τίποτα ρε Αννούλα μου, ας το ξεχάσουμε! Τίποτα δεν έχω μαζί της".
Έπιασε μαλακά το χέρι μου και έμπλεξε τα δάχτυλά μας. Έμεινα να τα κοιτάζω και πήρα μία βαθιά ανάσα καθώς σκεφτόμουν πιο πολύ ότι θα αποχωριστούμε παρά όσα έγιναν με την Ελίνα.
"Θα μου λείπεις" είπα ειλικρινά.
Φίλησε το χέρι μου, "Και εμένα, μωρό μου".
Μείναμε στην καφετέρια λίγη ώρα ακόμη να συζητάμε διάφορα, άσχετα με εμάς, και με τα χίλια ζόρια σηκωθήκαμε για να περάσω από τον έλεγχο και να επιστρέψω στην Ελλάδα. Μου ήταν τόσο δύσκολο όλο αυτό, αλλά δεν υπήρχε άλλη λύση. Μερικές φορές έπρεπε απλά να αποδεχτείς μία κατάσταση και να προχωρήσεις.