Για εσένα, που επιβίωσες, έζησες και είσαι ακόμα εδώ και για τους χαμένους, που αγαπάμε.

 Την επόμενη ημέρα από την αποτέφρωση της Des, όλοι οι Sect leaders ήρθαν στο δωμάτιο μου για να μου παραδώσουν τις στάχτες της μέσα σε ένα ηλίθιο ξύλινο κουτί.

 Ο Lan Xichen, άφησε το κουτί επάνω στο τραπέζι. Εγώ βρισκόμουν καθισμένη μακριά από αυτό. Στην άλλη άκρη του δωματίου, με την πλάτη μου στο κρύο ξύλο.

 Τον κοίταξα. Φαινόταν χάλια. Δεν ήξερα ποτέ αν ένιωθε κάτι διαφορετικό για τη φίλη μου ή αν ήταν έτσι πάντα για όλους και για όλα. Φαίνονταν ράκος. Σαν να είχε να κοιμηθεί σωστά για εφτά ημέρες, όπως και εγώ.

 Οι υπόλοιποι κάθισαν δίπλα του και τριγύρω στο δωμάτιο. Κανείς δεν τόλμησε να καθίσει ή να αγγίξει το κρεβάτι της Des.

 «Δεσποινίς Charlie, όπως σας είπαμε, λυπούμαστε πολύ για όλα όσα συνέβησαν» μίλησε ο Xichen. «Η δεσπ...η Des... ήταν και για... εμάς, μια πολύτιμη φίλη και σύμμαχος. Δεν.... Λυπούμαστε πολύ.»

 Δεν τον κοίταξα. Κοιτούσα το κενό. Πέρα από αυτούς. Πέρα από όλους και από όλα. Δεν ήθελα να το θυμάμαι. Δεν ήθελα.

 «Θα σε βοηθήσουμε να βρείτε την πύλη και να πας πίσω μαζί... με έστω τις στάχτες από την δεσποινίς Des» είπε ο Jin Guangyao. «Έχουμε ήδη στείλει άτομα να ελέγχουν στις γύρω περιοχές.»

 Σιωπή επικράτησε για λίγο. Συνήθως τη σιχαινόμουν. Σιχαινόμουν αυτή τη σιωπή που με ακολουθούσε παντού από την αρχή. Τώρα όμως την αγκάλιαζα σφιχτά. Την επιθυμούσα. Την αποζητούσα. Δεν με ενοχλούσε πλέον.

 Ήταν αστείο. Το πόσο όλοι με μισούσαν πριν και το πόσο όλοι ήθελαν να με παρηγορήσουν τώρα. Πόσο διπρόσωποι μπορεί να είναι οι άνθρωποι.

 Σηκώθηκα επάνω με δυσκολία και πήγα στο τραπεζάκι. Έπιασα το ξύλινο κουτάκι που μέσα είχε τη ζωή της φίλης μου σαν ιερό και σαν να ήταν έτοιμο να σπάσει. Δεν το χρειαζόμουν όμως. Δεν χρειαζόμουν τίποτα από αυτούς εδώ. Δεν ήθελα να έχω να κάνω τίποτα με αυτούς εδώ.

 Πήγα εκεί όπου ήμουν πριν και κάθισα και πάλι κάτω. Έβγαλα από την τσάντα της Des το πακέτο με τα τσιγάρα όπου πλέον ήταν άδειο.

 Άνοιξα το ξύλινο κουτάκι. Οι στάχτες που αντίκρισα, δεν ήταν διαφορετικές από αυτές που αντίκριζε κανείς όταν άναβε ξύλα στο τζάκι.

 Με τεράστια προσοχή έριξα μέσα στο κουτάκι από τα τσιγάρα τις στάχτες της Des. Τουλάχιστον εκεί θα ήταν μαζί με αυτό που τόσο αγαπούσε. Ήμουν σίγουρη, ότι και η ίδια θα ενέκρινε την ιδέα.

 Πέταξα το ξύλινο κουτί στο πάτωμα προς το μέρος των αντρών και έβαλα το κουτάκι στην τσέπη της πιτζάμας μου, μαζί με το κινητό μου. Δεν το χρειαζόμουν το δικό τους κουτί. Δεν ήθελα τίποτα δικό τους. Τίποτα.

 Ο Nie Mingjue εμφανώς νευριασμένος με τη συμπεριφορά μου, άρπαξε το κουτί από κάτω, αλλά δεν μίλησε.

 Κάποιος άλλος όμως, μίλησε στη θέση του.

 «Γιατί κάνεις έτσι και είσαι έτσι;» έκανε ο Jiang Cheng. «Ξέρεις πόσοι άλλοι πέθαναν σε εκείνη τη μάχη; Μπορεί... μπορεί να πέθανε η φίλη σου, αλλά πέθαναν πόσοι άλλοι δικοί μας φίλοι. Και όμως, εμείς είμαστε εδώ γιατί νοιαζόμαστε για σένα και θέλουμε να είσαι καλά και έχουμε μια υποχρέωση απέναντί σου και μια υπόσχεση που δώσαμε και πρέπει να τηρήσουμε. Δεν μπορείς να είσαι έτσι για όλη σου τη ζωή. Πες μας τουλάχιστον κάτι. Πες μας... ότι δεν είσαι καλά. Ότι πονάς.»

 Αυτή τη φορά το βλέμμα μου αποσπάστηκε από το απέραντο κενό και έπεσε επάνω του. Τον κοίταξα με χλευασμό και αηδία. Να τους πω ότι δεν είμαι καλά; Ότι πονάω; Τι θα άλλαζε αυτό; Τι θα έκανε διαφορετικό;

 Ρουθούνισα ελαφρά και κοίταξα το πάτωμα, πριν τα μάτια μου καρφωθούν και πάλι επάνω του. «Μου είπες μια φορά ότι αξίζω να πεθάνω» η φωνή μου βγήκε βαριά και χοντρή. Πόσο καιρό είχα να μιλήσω άραγε; «Τώρα έχω πεθάνει ήδη. Είσαι χαρούμενος;» χλεύασα. «Πήρα ότι άξιζα; Μήπως άξιζα παραπάνω; Και επίσης, όπως ευχήθηκες, μου κόπηκε το λαρύγγι. Από εδώ και πέρα δεν έχω πρόθεση να ξανά ανοίξω το στόμα μου ποτέ ξανά.»

 Έτσι και έγινε. Από εκείνη την ημέρα, και για ένα μήνα, δεν μίλησα ποτέ ξανά.

Στα Πέταλα ενός Άνθους, βρήκα ότι δεν μου ανήκειWhere stories live. Discover now