⟨Chapter 8⟩

82 12 1
                                    

Περάσαμε με γρήγορες κινήσεις την σιδερένια πόρτα του σχολείου.
Γελαγαμε με διάφορα αστεία που λέγαμε η μια στην άλλη κάτι που απασχολούσε το μυαλό μου απο το να σκεφτεί οσα συνέβησαν το προηγούμενο βράδυ.

Δεν της είχα ακόμα πει για τα κόκκινα μάτια του Ολιβερ που κατάφερα και εγώ η ίδια να διακρίνω και ούτε για οσα νομίζω οτι είδα χθες.
Πώς θα της το εξηγήσω άλλωστε;

Στο κάτω κάτω, ειναι τόσο παράλογο να υπάρχουν μυθικα πλάσματα. Εδώ ειναι η πραγματικότητα και οχι κάποια ταινία στο σινεμά.

Επίσης δεν έχω σκεφτεί την πιθανότητα οτι μπορεί ολα να ήταν ένα όνειρο. Το πρωί ξύπνησα στο κρεβάτι μου, έτρεξα στο παράθυρο και το μόνο που διέκρινα ήταν το τρομακτικό δάσος. Δεν υπήρχε τίποτα που να αποδεικνύει ότι ολα όσα πίστεψα οτι συνέβησαν είχαν γινει στα αλήθεια.

Η μαμα μου δεν μου ανέφερε τίποτα για σειρήνες που άκουσε ή κάτι, αν και η μητέρα μου κοιμάται βαριά απο τότε που πέθανε ο πατέρας μου γιατί στην αρχή, ηταν τοσο σοκαρισμένη και θλιμμένη που δεν έκλεινε μάτι για μέρες. Μετά όμως η κούραση την κατεκλειζε και βυθιζόταν ίσως και σε 14ωρο ύπνο.

«Που ταξιδεύεις παλι;» Με ρώτησε η Έμιλυ και κουνησε το αριστερό της χέρι μπροστά στο πρόσωπο μου.

«Πουθενα.»

«Ναι, πουθενα το λέμε τώρα. . . »
Μου χαμογέλασε στραβά και μου έδειξε με το βλεμμα της τον Όλιβερ.

«Τι παει να πει αυτό;» γέλασα αμήχανα και έβαλα μια τούφα απο τα μαλλια μου πίσω απο το αυτι μου.

«Παει να πει οτι είσαι τσιμπημενη μαζι του!» Προσπάθησε να φανεί ενθουσιασμένη αλλά γνωρίζω οτι δεν είναι και πολύ της άποψης του να ειμαι ερωτευμένη με τον Όλιβερ.

Κάτι που φυσικά, ειναι τελείως κουλό γιατί εγώ δεν πρόκειται να ερωτευτώ αυτόν, ποτέ. Έτσι νομίζω δηλαδή. . .

«Δεν θα εισαι με τα καλα σου.» Φώναξα και εκείνη σήκωσε τα χέρια της στον αέρα ως ένδειξη παράδοσης.

Προχωρήσαμε προς την τάξη αλλά σταμάτησα απότομα το βήμα μου όταν διέκρινα την φιγούρα εκείνου του άντρα, πίσω απο τα κάγκελα του σχολείου να με παρατηρεί ανενόχλητος και χαμογελαστός.

Ανατριχιασα και τρομοκρατημένη άρπαξα την Έμιλυ βίαια απο το μπράτσο οδηγώντας την προς την αντίθετη κατεύθυνση.

«Τι επαθες παιδάκι μου;» Προσπαθούσε να φέρει αντίσταση αλλα με μεγάλη αποτυχία γιατί την συγκρατούσα με όση δύναμη είχα.

ΑντοχήWhere stories live. Discover now