01/10 «Καταραμένος»

452 54 239
                                    

22 Ιουλίου 2011

Με μια γρήγορη κίνηση του χεριού του απομάκρυνε τη ξανθή τούφα μαλλιών που κάλυπτε τα καστανά του μάτια, μπλοκάροντας το οπτικό του πεδίο. Ασυναίσθητα, ο Κρις Σάντερς, έστριψε το κεφάλι του και έριξε μια κοφτή μάτια στη μεσήλικη γυναίκα με τα κοκάλινα γυαλιά, στερεωμένα στην άκρη της μύτης της, και τη πρόχειρη αλογοουρά που καθόταν σιωπηλή στη θέση του συνοδηγού δίπλα του, ενώ μανιωδώς προσπαθούσε να διαβάσει έναν παμπάλαιο οδικό χάρτη.

«Μαμά.» έσυρε έναν αναστεναγμό. «Σε παρακαλώ, άσε τον χάρτη. Ξέρω τον δρόμο.» τη διαβεβαίωσε, τραβώντας τη προσοχή της Μάργκαρετ, η οποία αφότου χάρισε ένα ζεστό, ελαφρώς αμήχανο, χαμόγελο στον γιο της, έβαλε τον χάρτη πίσω στο γεμάτο από παλιά cd τζάζ μουσικής, ντουλαπάκι του αυτοκινήτου. Μπορούσε να καταλάβει ότι η μητέρα του ήταν νευρική, σίγουρα όμως όχι περισσότερο απ' όσο ήταν ο ίδιος. Αισθανόταν τις παλάμες του ιδρωμένες, να σφίγγουν με δύναμη την δερμάτινη επένδυση του τιμονιού, μη όντας σίγουρος αν έφταιγε το άγχος ή η ζέστη του καλοκαιρινού, συνάμα φλογερού, ηλίου. Ο Κρις έβλεπε τον ήλιο ως τον Ρωμαίο και τη Σελήνη ως την Ιουλιέτα του, ο έρως των οποίων έμοιαζε με τον απαγορευμένο καρπό στον Κήπο της Εδέμ. Έτσι, ο πληγωμένος Ήλιος, κατά καιρούς, ξεσπούσε τον θυμό του στους ανθρώπους· βασανίζοντας τους αλύπητα με τον καύσωνα. Ναι, ο Κρις σίγουρα δεν ήταν λάτρης του καλοκαιριού.

Ο νεαρός ένιωθε σταγόνες ιδρώτα να κυλούν στο μέτωπο του. Έκανε αφόρητη ζέστη, πράγμα το οποίο σιχαινόταν απίστευτα, σχεδόν τόσο πολύ όσο την αποτυχία που τους τελευταίους μήνες αντιπροσώπευε πλήρως το χάος, που δικαιολογημένα ονόμαζε ζωή. Η απερίσκεπτη απόφαση του να επιστρέψει στη Λουιζιάνα, ασχέτως αν βρήκε σύμφωνη την μητέρα του, ήταν το αποτέλεσμα της αποτυχίας του στις εισαγωγικές εξετάσεις για τη Νομική του Πανεπιστημίου της Μινεσότα σε συνδυασμό με την επήρεια μεγάλης ποσότητας αλκοόλης στον οργανισμό του. Όσο και αν δεν ήθελε να το παραδεχτεί, ένα κομμάτι του εαυτού του φοβόταν να γυρίσει πίσω, όμως γνωρίζοντας ότι η ζωή του δεν είχε κανένα απολύτως νόημα ούτως ή άλλως, και θέλοντας η μητέρα του να είναι χαρούμενη, αποφάσισε να το δοκιμάσει. Εξάλλου, όπως συνήθιζε να επαναλαμβάνει στον εαυτό του, όταν δεν έχεις τίποτα, δεν έχεις και τίποτα να χάσεις.  Και ο Κρις ήταν, σίγουρα, κενός πλέον, ή καλύτερα, ο Κρις ήταν, σε αντίθεση με τον Ήλιο, ο εραστής του κενού.

ΧαρμολύπηWhere stories live. Discover now