Μια ανάσα απ' το ποτέ

97 8 0
                                    

Μέρες τώρα η Θεοδοσία δεν ένιωθε ο εαυτός της. Ένιωθε άρρωστη και γνώριζε κι η ίδια πως είχε εξαντλήσει τον εαυτό της. Μετά από όσα συνέβησαν με τον πεθερό της ταράχτηκε πάρα πολύ. Είχε παραμελήσει τον εαυτό της. Από την αγωνία της δεν έτρωγε ούτε κοιμόταν καλά. Είχε συνεχώς την έγνοια του.

Ο Λάμπρος όλο αυτό το διάστημα δεν έφυγε ούτε στιγμή από το πλευρό του πατέρα του στο νοσοκομείο. Είχε τρομερές τύψεις για όσα του είχε πει, για τον τρόπο που του είχε φερθεί, όμως δε γινόταν να μην αντιδράσει. Έμαθε ότι ο ίδιος του ο πατέρας κι η μητέρα της Ελένης ήταν η αιτία να χάσει για πάντα τη γυναίκα που αγαπούσε. Δεν μπορούσε να το χωνέψει. Ωστόσο, μετά από αυτό που συνέβη δε γινόταν να του κρατήσει κακία. Φοβήθηκε ότι θα τον χάσει σαν τον αδερφό του κι ότι εκείνος θα φύγει με το παράπονο ότι ο γιος του τον μίσησε. Είχε μετανιώσει για όλα κι ας πονούσε μέσα του για την ευτυχία που στερήθηκε. Είχε πλέον συνηθίσει να ζει μακριά της.

Αν ήταν απόλυτα ειλικρινής με τον εαυτό του, όλο αυτό το διάστημα δεν έφυγε καθόλου από το μυαλό του η Ελένη. Έφερνε στο νου του ξανά και ξανά την τελευταία τους κουβέντα στη ρεματιά και τον έπιανε το παράπονο. Αναρωτιόταν αν θα μπορέσει ποτέ να διαλύσει όλα αυτά τα εμπόδια που τον κρατούν μακριά της, αν θα καταφέρει κάποτε να κάνει πράξη όσα της υποσχέθηκε δέκα χρόνια πριν σε εκείνο το μέρος, όταν ο έρωτάς τους άνθιζε μέσα στις καρδιές τους. 

Για τη Θεοδοσία δεν ανησυχούσε τόσο. Ήξερε ότι είχε στο πλευρό της την Ανέτ και τον Νικηφόρο, όμως ποτέ δεν κατάλαβε ότι αυτή είχε ανάγκη κάτι παραπάνω. Κι αυτό ήταν που τον είχε βάλει σε σκέψεις. Είχε απελπιστεί. Δεν μπορούσε πλέον να την κρατά δεμένη σε ένα γάμο χωρίς ευτυχία, χωρίς μέλλον. Δεν ήθελε να είναι δυστυχισμένη. Το είχε πάρει απόφαση. Θα της ζητούσε να χωρίσουν, θα την άφηνε να βρει την τύχη της, την ευτυχία της στο πρόσωπο κάποιου άλλου άντρα που θα την αγαπούσε και θα μπορούσε να πραγματοποιήσει τα όνειρά της. Γιατί εκείνος δεν μπορούσε.

Ό,τι κι αν συνέβαινε στο εξής με την Ελένη, ακόμα κι αν δεν τα κατάφερναν, ο Λάμπρος δε θα έμενε άλλο σε αυτόν τον γάμο, που από την πρώτη στιγμή υποκρινόταν. Κι αυτό γιατί δεν μπόρεσε ποτέ να ξαναγαπήσει. Η καρδιά του ήταν δοσμένη από έξι χρονών στο χαμογελαστό κοριτσάκι που πήγε και κάθισε δίπλα του στο θρανίο κι μ' ένα του βλέμμα τού έκλεψψε την καρδιά. Αυτή ήταν η πικρή και οδυνηρή αλήθεια. Ήλπιζε τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Μα δεν ήταν. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε να είναι; Η Λενιώ ήταν η ζωή του και αυτό δε θα άλλαζε ποτέ, όσα χρόνια κι αν περνούσαν.

Το μυστικόWhere stories live. Discover now