Μια χαραμάδα ελπίδας

116 11 3
                                    

Η Ελένη νόμιζε ότι θα λιποθυμήσει εκεί, μπροστά σε όλους. Προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει όσα είχε μόλις ακούσει, μα ήταν αδύνατο. Το μόνο που ένιωσε ήταν την καρδιά της να σπάει για άλλη μια φορά σε χίλια κομμάτια. Η Βιολέτα κατάλαβε ότι κάτι συμβαίνει, βλέποντας ότι η κοπέλα είχε χάσει το χρώμα της. "Λενιώ; Είσαι καλά;" ρώτησε με την ανησυχία φανερή στη φωνή της. Η Ελένη της ένευσε θετικά. "Εντάξει είμαι, μην ανησυχείς. Δεν έχω κοιμηθεί καλά, αυτό είναι όλο" προσπάθησε να την καθησυχάσει, μα το τρέμουλο στη φωνή της την διέψευδε. "Τι καλά; Εσύ άσπρισες" παρατήρησε. "Πάμε μέσα να σου δώσω ένα ποτήρι νερό να ηρεμήσεις. Έχει φασαρία εδώ" είπε και την τράβηξε προς την κάμαρή της. Η κοπέλα την ακολούθησε νευρικά, προσπαθώντας μέσα της να ξεχάσει έστω για λίγο αυτό που μόλις είχε ακούσει για να μην κινήσει υποψίες.

Έκλεισε την πόρτα πίσω της κι η Ελένη κάθισε σε μια καρέκλα προσπαθώντας να συνέλθει. Η Βιολέτα της έδωσε ένα ποτήρι νερό και κάθισε δίπλα της. "Και τώρα πες μου..." ψέλλισε κι η Ελένη χαμήλωσε το βλέμμα νιώθοντας μια ελαφριά αμηχανία. Δεν ήξερε αν θα κατάφερνε να της κρύψει την αλήθεια. Την θεωρούσε φίλη της. Της είχε εξομολογηθεί τα πάντα. Πώς θα της έκρυβε κάτι τέτοιο; Φοβόταν ότι θα την καταλάβαινε και μόνο από τη συμπεριφορά της. "Απλώς μου ήρθε κάπως ξαφνικό αυτό που άκουσα. Αυτό είναι όλο. Μην ανησυχείς. Θα μου περάσει" δικαιολογήθηκε κι η Βιολέτα ξεφύσησε νευρικά. "Πώς τα κάνατε έτσι βρε κορίτσι μου;". Η Ελένη έστρεψε το βλέμμα της μακριά για να μη δει η γυναίκα τα δάκρυα που είχαν μαζευτεί στα μάτια της και με κόπο συγκρατούσε. Κι αυτή το ίδιο αναρωτιόταν μέσα της. Πώς κατάφεραν να γυρίσουν ανάποδα τις ζωές τους και να καταλήξουν πάλι σε αδιέξοδο. Δεν μπορούσε όμως να βρει την απάντηση που λαχταρούσε. Ήταν εμφανές ότι η μοίρα δεν ήταν με το μέρος τους. Σηκώθηκε από τη θέση της κι έκανε να φύγει αλλά η φωνή της Βιολέτας τη σταμάτησε.

"Είσαι σίγουρη ότι δε συμβαίνει κάτι άλλο;" τη ρώτησε. Η Ελένη ξεροκατάπιε. "Σαν τι άλλο;" αντιγύρισε την ερώτησή της. "Δεν ξέρω, εσύ θα μου πεις" αποκρίθηκε η Βιολέτα κοιτάζοντάς την εξεταστικά. "Ξέρεις πως μπορείς να μου λες τα πάντα, να αφήνεις την ψυχή σου να ξελαφρώνει πού και πού" της μίλησε ήρεμα, ένιωσε σα να ακούει τη συχωρεμένη τη μητέρα της. "Δε συμβαίνει κάτι άλλο Βιολέτα μου. Μην ανησυχείς" την καθησύχασε κι η Βιολέτα την έκλεισε σε μια ζεστή αγκαλιά. "Αν νιώσεις την ανάγκη να μιλήσεις σε κάποιον εγώ είμαι εδώ" της είπε κι η Ελένη της ένευσε ευχαριστώντας τη κι έφυγε.

Το μυστικόWhere stories live. Discover now