Σ' έχω βρει και σε χάνω

150 10 2
                                    

Τις μέρες που ακολούθησαν η Ελένη προσπαθούσε να χορτάσει κάθε στιγμή παρέα με τις αδερφές της. Το είχε πάρει απόφαση. Θα έφευγε από το Διαφάνι. Θα πήγαινε στη Θεσσαλονίκη. Θα έπιανε δουλειά και θα μεγάλωνε εκεί το παιδί της. Μόνη της...Μακριά ακόμα κι από τον άνθρωπό της...Γιατί για άλλη μια φορά η μοίρα είχε αποφασίσει λανθασμένα γι' αυτούς... Έτσι κι αλλιώς είχε συνηθίσει πλέον να ζει χωρίς εκείνον, αφού ποτέ δε στάθηκαν τυχεροί, η απόσταση ήταν πάντα μόνιμο εμπόδιο στην αγάπη τους. Δεν της έκανε εντύπωση. Είχε μάθει να υπομένει αυτόν τον πόνο όσο δύσκολο κι αν ήταν.

Τα είχε τακτοποιήσει όλα. Την επόμενη μέρα, ξημερώματα κιόλας θα έφευγε από το χωριό της προτού προλάβει κάποιος να την ψάξει. Θα άφηνε πίσω ό,τι την έκανε ευτυχισμένη για να μπορέσει να φέρει στον κόσμο το θαύμα που είχε φωλιάσει μέσα της. Αυτό το παιδί ήταν πάνω απ' όλα και πάντα θα της θύμιζε τον Λάμπρο της και τις ευτυχισμένες στιγμές που έζησαν μαζί κι ας ήταν ελάχιστες.

Οι αδερφές της ήταν ακόμα κάπως ψυχρές μαζί της. Τους είχε κοστίσει που η αδερφή  τους μπήκε ανάμεσα σε ένα ζευγάρι και δε μπορούσαν να δουν καθαρά το πως ένιωθε εκείνη. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι την καρδιά δεν την ορίζεις. Όμως όταν θα συνειδητοποιήσουν το λάθος τους θα είναι ήδη πολύ αργά. 

Εκείνη την ημέρα άργησε να επιστρέψει από τα χωράφια. Ήθελε να περάσει λίγο χρόνο παραπάνω με τη γη της που δεν ήξερε πότε θα ξαναέβλεπε. Κοιτούσε την έκταση που απλωνόταν μπροστά της. Ευχήθηκε να μπορέσει κάποια στιγμή να επιστρέψει στον τόπο της, σε αυτά τα χώματα που μεγάλωσε και που πάλεψε τόσο να κρατήσει αν κι ακόμα δεν είχε παρθεί μια απόφαση για τη μοίρα τους. Ασυναίσθητα οι σκέψεις της ταξίδεψαν σ' εκείνο το πρώτο φιλί που είχαν ανταλλάξει εκεί με τον Λάμπρο. Το πρώτο τους φιλί μετά από τόσα χρόνια απουσίας του. Εκείνο το φιλί που την έκανε να νιώσει έστω και για λίγο ξανά ολόκληρη. Και τι δε θα έδινε να γύριζε τον χρόνο πίσω σ' εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Σ' εκείνα τα δευτερόλεπτα που η καρδιά της άρχισε να χτυπά φυσιολογικά ξυπνώντας απ' τη νάρκη που είχε βυθιστεί για χρόνια. Ευχόταν να μπορούσε να κλέψει άλλο ένα του φιλί για να πάρει δύναμη πριν χωριστούν για πάντα οι ζωές τους. Να μπορέσει να μυρίσει το άρωμα του κορμιού του για μια τελευταία φορά. Σαν αποχαιρετιστήριο δώρο. Μα αυτό ήταν αδύνατο. Δεν είχε το δικαίωμα να το κάνει. Της απαγορευόταν πλέον να διεκδικήσει και το φιλί του και την αγκαλιά του.

Το μυστικόWhere stories live. Discover now